2.8μμ ένεν ούλλα όσο εύκολα νομίζεις, εν έσιει λάθος να πέφτουμε, άμα πέφτουμε σαν κατολισθήσεις, οχωυρώνουμε τους δρόμους, να μας έβρεις ομπρός σου τζαι να κολλήσεις στο σημείο, όπως κολλώ άμα τακκουρούν οι παραισθήσεις. παριστάνω τον αστείο μα εν τζαι αστειεύκουμε, θκιάλεξε μάσκα να φορήσεις να χορέψουμε, μα θώρε με κατάματα, κάποτε εθώρουν μας οράματα, είσεις όνειρα, στόχους - τώρα ξυπνάς νεκρός χαράματα. έτσι παν πάντα τούντα πράματα. ώσπου να σκεφτώ κάτι όμορφο, λαλώ μου "σταμάτα", τζαι χώννουμε στα γράμματα, παίζω με - τζαι νεκατώνω - προσανάμματα, μα πούντο φόκο; πόσο να αναλύσουμε φουκώ, πόση να ρουφήσεις κόκο; πόσο να χώσω τζ'άλλο τον γιώρκο; έφκαλα τον που το υπόγειο, τζαι επήρα τον στον δεύτερο, να δεί το πάτωμα με άλλον τρόπο. εν θωρώ να θωρούν καλά, θέλουν καρόττο, εν γυρέφκω να βρω τον πρώτο προφανέστατα. θωρώ τα που άλλην οπτική, σε μια προσπάθεια να πιντώσω τες οπτικές μας μαζί, εν τζαι καταφέρνω τα. βρίσκεις το ανόητο; οξά απλά ακατανόητο; έσιει διαφορά. ένα "ακατα" κάμνει τα ανάκατα για ακόμα μια φορά. πρίν να φκω πόξω πιάνω φόρα, δίννω τα ράμματα, ένεν τζερί να μπεις τζελλί, ένεν τζαιρός να λουθώ τα κλάματα. εν τζαιρός με προκαθορισμένο θάνατο τζαι ανία - ποιός τα κουμπιά πατά; έχω το απορία. δε με σαν ποντικό τζαι βάλε νάκκο φαντασία να γίνω ratata. όποτε αντακώνω τα αστεία λαλώ μου "σταμάτα". χτίζω τα γλίορα τζαι μετά βουρώ για τα σάσματα, γουστάρω σαματά. σπάζω την νεκρική σιγή που επικρατεί σε ούλλη την πολυκατοικία, φακκούν οι μπότες ταπαταπ. θέλουν reggae, πε του σπύρου να παίξει dub, νεκατώνουμε τες χημείες μες το lab. "δαμέ ενεν one love, μα one hate mate", λαλώ του μα εν καταλά- εν τα information μου πολλά τζαι σαντανώνουν τους. κάτσε να κλείσουμε καμιά λαλώ τους πελλούς μου να ακούσω τον πόνο τους. εν θέλεις ψυχαναλυτές, κάμουν σε όμοιο τους. θέλεις μια ζεστή αγκαλιά, μα συνεχίζεις να προτιμάς τες μεθόδους τους, να ρουφάς τες σκόνες τους. "ούλλοι με μαύρα τα μυαλά, μα κατά τα άλλα ούλλα καλά" λαλώ μου, εν να πάρουν ούλλα τα δρόμο τους. τζαι είπα να γράψω ενα κομμάτι, μπας τζαι νοιώσω κάτι, αλλά η καρκιά μου εν μες σε νάρκωση, τζαι, είπα να τα δω που την άκρη να βρω μονοπάτι, αλλά βαστούν με πίσω οι άλυσοι, τζαι είπα σου σίησμου ούλλην την πλάτη, κόψε τζαι κομμάτι, εν να το χώσει η μάυρη εμφάνιση, δε, εν να εμφανίσω κάποια μέρα το φιλμ μας τζαι εν να το δεις, μα η ταινία μας θέλω να μείνει αμοντάριστη.
4. ασφυξία όπου τζαι αν βρεθώ κινούμαι με τάσεις φυγής, βρίσκω την ρουτίνα μου ελλειπής, ζούμε με ένα όνειρο του "Kıbrıs'ta barış engellenemez!" μα τα εμπόδια εν εμφανής τζαι εν να τα δείς, πρόσεχε να μεν χαθείς μες το διάβα, παίζουν εμβατήρια μες την στράτα, σαν θωρώ σαν anime σκηνικό την λευkoşa μες σε λάβα, νοιώθω σαν ναυαγός, μες σε τούντο ερημονήσι. πόσο να παριστάνουμε πως πάν ούλλα καλά; ε; θέλει κάποιος να το μιλήσει; μα εν μιλά κανείς. ησυχία. καρτερούμε να φκει η ετυμηγορία πόξω που το δικαστήριο. η δικαιοσύνη σας ντελίριο, τζαι η ύπαρξη στον κόσμο σας μαρτύριο, ο καπιταλισμός εν το μικρόβιο. οι αγκαλίες, η αλληλεγγύη τζαι οι ανάσες μας το ελιξήριο. έσιεις για το μάτι λίο κολλύριο; για το κλάμα τζαι την μαστούρα; αφού γυρίζουν οι ενόχες μες της κελλάες των δικών μας σαν την σβούρα, βούρα - βούρα, μα που πάεις; σύναε - σύναε, να μετράεις. ώσπου να κάμεις κάσια εν να πάεννεις με τα τάσια, δοκίμαστο να καταλάεις. εν το καταλάβουν οι γυρώ μου, πνίουμε, στην νήσο της σκόνης τζαι της πυράς καταλύουμε, μέσα μέσα αναπνέουμε, μα στο μέσα μου διαλύουμε, τί να κάτσω να αναλύουμε; ο καθένας με τες φρίκες του, τες ήττες του μετρά. μάταια η επικοινωνία, έχω μιαν τρύπα στην καρκιά, ένα κόμπο στον λαιμό τζαι στα πνευμόνια μια ασφυξία.
1.λουλούδκια είμαστε εμείς στο περιθώριο, καρτέρι στο δωμάτιο αναμονής, για να φίουμε σε μιαν άλλη ακρη της γης, φτάννω το όριο, της υπομονής, ψυθιρίζοντας ένα μινόρε μες το σανατόριο. έχω ένα πρόβλημα πελώριο στην κελλέ, εν το γιανίσκουσιν οι νύχτες που σβήννω στον καναπέ, άιστα πολλά λόγια πελλέ, τί να σου λέω τί να μου λε- έχω μια λόξα, εθέλαν με να βάψω μπλε τα ουράνια τόξα που είχα στη κκελέ, έβαψα τα μάυρα. γυρίζοντας την πόλη του καύσωνα σαν την σαύρα, δαμέ ανασαίνουμε με την μηρωδκία του can, πίασε πογιά, κόψε τα xanax, δούλεψε την ζωή σου τζαι στον τάφο να ονειρεύκεσαι το εφαπαξ. απαξ'τζαι φκω που τα σκατά εν να δώ κόμα ποιοι εν να στέκουσιν δίπλα τζαι ποίοι μπροστά μας. στάσσουν ιδρώτα, άγχος, στρές, τα μεροκάματα μας, βάλλω στα verse όσα κομμάθκια έκοψα που τα ονειρά μας, αφού εν το θωρώ να τζιλά για την γενιά μας καλά, τρώμε άγχος - πίνουμε αγχολυτικά. τζαι αν ζούμε σε σπίθκια πληρώνουμε ενοίκια ακριβά, τζαι τα σαλονιά μας νεκρά. ονειρευτήκαμε κατάρτια με μαύρα πανιά, μια φωθκιά, ένα καφέ κυπριακό, μιαν πενιά, όσο ονειρεύκουντε σαμπάνιες - χλίδες, πόξω που την πόρτα καταιγίδες, δε τους εν φακκούν πενιά. οι ζωές μας αδιάφορες, στάσσει το μελάνι τζαι βάφει τες μαύρες, οι μέρες μας άχαρες αναλωνόμαστε σε λούπες φαύλες. τί να μας κλάσει λίος χαβαλές; πέμου τα λουλούδκια που τα'δες; εγύρεψα ποιος κάμνει τους μπελάδες, τζαι ήβρα μόνο κράτη τζαι παπάδες, να μοιράζουν θάνατο σε high res.
3.κλίνες εν έχω θέρμανση στο υπόγειο, βράζουν το τα πνευμόνια μου, τζαι αν δεν τα έφτυννα εν να τα άκουαν τα σεντόνια μου. σαν τα σύρματα που ακκάνει ο ποντικός μες τον υπόνομο, ακκάνω τα μπιθκια τζαι τρώω τα χρόνια μου. στάση στο δρόμο μου, θέλω ένα φρεντο σκέττο, τζαι λίο καπνό για να σου εξηγήσω το μανιφέστο, όι εν το ζούμε ρέτρο, μα σαν παλιός πρακτισάρω το μέτρο, τζαι στήνω την φάση σαν να'ταν lego. φωνάζω τους "let's go" μα εν στάσιμοι, σαν την ουρά στα tesco, σπιτικό το υλικό μου σαν να'ταν γιασεμί, κομμένο που τον κήπο μου ναν φρέσκο, στ'αρτσίθκια μου αν σ΄αρέσκω, αν δεν σε έχω σε εκτίμηση, comprendo; μεν μου μιλάς για dough, φέρνω dead flows, μετά που μισή γύρα μες το κέντρο. είσαστε ανασφαλείς για το masculinity σας; αρκέψετε να φακκάτε πρέζα τέστο, να καθαρίσει ο τόπος στο λεπτό, που την τοξικότητα σας, όπως καθαρίζουμε τους τείχους που τες σβάστικες την νύχτα μες την γειτονιά σας. είσαστε παλιές κελλάες, πιό παλίες τζαι που το ταψί που ψήνει το ψητό η γιαγιά σας, εβαρέθηκα σας. κάποιος πρέπει να σφάξει την γενιά σας τζαι τα αφκά σας, ίντα κλωσσάτε τα; καλύτερα κλωτσάτε τα, εμείς θέλουμε να κρούσει ό,τι θυμίζει κάτι που τα καμώματα σας. που εν να καταλήξουμε; λογικά μέσα σε κλίνες, κλειδωμένοι να σιωπήσουμε. ποτισμένοι αμεφταμίνες για να σβήσουμε. θέλουν μας να γονατίζουμε, εν μας υπολογίζουνε, ξιάνουσιν πως είμαστε φωθκιά τζαι φόκο βάλλουμε ό,τι τζίσουμε. θέλουν μας να κάτσουμε έσσο μας να λύσουμε, μα εν ούλλα δικά μας πόξω, τώρα μεν τους τα χαρίσουμε. είμαστε μάστροι στο να βρίσκουμε τα προβλήματα, έμεινε το να τα λύσουμε, λυσσιούμε για απαντήσεις μα εν τες βρίσκουμε, στενά τα μονοπάθκια του μυαλού σου, μα το ατού μου εν το να βρίσκω τρόπους μέσα τους να ελίσσουμε. μα όσο έχουμε τζαι οι δκυό μας ανάγκη, το να πίνουμε που κάτι για να δουλέψει το κρεβάτι, ενιμπορώ να σε πείσω πως φαντάζει φωτεινό το μονοπάτι, τζαι ας έκρουσα ό,τι μας κρατούσε πίσω, έβαλα μες σε ένα βάζο ούλλη την στάχτη, τζαι ροφούμε την για πρόγευμα, μεσημεριανό τζαι βραδινό, μινίσκει το άχτι, που έχω να κρούσουμε το παλάτι. πέ με ονειροπόλο, τζαι βάλε πάνω στις πληγές μου αλάτι, σώννω το. τα αλάνια σκαν με πλάνα για το βαψίδι, τζαι τον νου πάνω γατζώνουν τον. είδα τον φόβο πας τον τείχο, μουτζουρώνω τον, μεν μου μιλάς για louis vuitton, έμπα στο αυτοκίνητο τζαι δώκε το πας τον τείχο, total loss - έπρεπε να φκω που την γέννα, να μεν γίνει ο ομφάλιος λώρος μου ομφαλός, εν είμαι ο πιο καλός ούτε ο καλύτερος, μα αμα τα φτύνω μέσα στο διαμέρισμα σεισμός. σεισμικές δονήσεις 10 ρίχτες, προκαλούμε ρήγματα, με roll-up συνθήματα τες νύχτες, οι μπάτσοι στην κύπρο εν babysitters, οι πολιτικοί τζαι οι υπόλοιπες γραβάτες grifters. κάμερες παντού τάχα να μεν βουρούν οι drifters, οι φίλοι μου εν οι πιο κακοί πολίτες. φκαίνουν θετικοί στα ναρκοτέστ, μα ανέκαθεν, τες πιο σοβαρές αντιστάσεις εκάμαν τες βαρυποινίτες, με απεργίες πείνας μπας τζαι ασχοληθείτε, το γιαίμα εν πας τα σιέρκα όσων συνανείτε, αν δεν βρούμε διαφυγή - αυτοκεντριζούμαστε - γινούμαστε σκορπιοί, την ζημιά του δηλητήριου σας να δείτε. που εν να καταλήξουμε; λογικά μέσα σε κλίνες, κλειδωμένοι να σιωπήσουμε. ποτισμένοι αμεφταμίνες για να σβήσουμε. θέλουν μας να γονατίζουμε, εν μας υπολογίζουνε, ξιάνουσιν πως είμαστε φωθκιά τζαι φόκο βάλλουμε ό,τι τζίσουμε. θέλουν μας να κάτσουμε έσσο μας να λύσουμε, μα εν ούλλα δικά μας πόξω, τώρα μεν τους τα χαρίσουμε.
2.8μμ
ένεν ούλλα όσο εύκολα νομίζεις, εν έσιει λάθος να πέφτουμε, άμα πέφτουμε σαν κατολισθήσεις, οχωυρώνουμε τους δρόμους, να μας έβρεις ομπρός σου τζαι να κολλήσεις στο σημείο, όπως κολλώ άμα τακκουρούν οι παραισθήσεις.
παριστάνω τον αστείο μα εν τζαι αστειεύκουμε, θκιάλεξε μάσκα να φορήσεις να χορέψουμε, μα θώρε με κατάματα, κάποτε εθώρουν μας οράματα, είσεις όνειρα, στόχους - τώρα ξυπνάς νεκρός χαράματα. έτσι παν πάντα τούντα πράματα.
ώσπου να σκεφτώ κάτι όμορφο, λαλώ μου "σταμάτα", τζαι χώννουμε στα γράμματα, παίζω με - τζαι νεκατώνω - προσανάμματα, μα πούντο φόκο; πόσο να αναλύσουμε φουκώ, πόση να ρουφήσεις κόκο; πόσο να χώσω τζ'άλλο τον γιώρκο;
έφκαλα τον που το υπόγειο, τζαι επήρα τον στον δεύτερο, να δεί το πάτωμα με άλλον τρόπο. εν θωρώ να θωρούν καλά, θέλουν καρόττο, εν γυρέφκω να βρω τον πρώτο προφανέστατα. θωρώ τα που άλλην οπτική, σε μια προσπάθεια να πιντώσω τες οπτικές μας μαζί, εν τζαι καταφέρνω τα. βρίσκεις το ανόητο; οξά απλά ακατανόητο; έσιει διαφορά. ένα "ακατα" κάμνει τα ανάκατα για ακόμα μια φορά. πρίν να φκω πόξω πιάνω φόρα, δίννω τα ράμματα, ένεν τζερί να μπεις τζελλί, ένεν τζαιρός να λουθώ τα κλάματα. εν τζαιρός με προκαθορισμένο θάνατο τζαι ανία - ποιός τα κουμπιά πατά; έχω το απορία. δε με σαν ποντικό τζαι βάλε νάκκο φαντασία να γίνω ratata. όποτε αντακώνω τα αστεία λαλώ μου "σταμάτα".
χτίζω τα γλίορα τζαι μετά βουρώ για τα σάσματα, γουστάρω σαματά. σπάζω την νεκρική σιγή που επικρατεί σε ούλλη την πολυκατοικία, φακκούν οι μπότες ταπαταπ. θέλουν reggae, πε του σπύρου να παίξει dub, νεκατώνουμε τες χημείες μες το lab.
"δαμέ ενεν one love, μα one hate mate", λαλώ του μα εν καταλά- εν τα information μου πολλά τζαι σαντανώνουν τους. κάτσε να κλείσουμε καμιά λαλώ τους πελλούς μου να ακούσω τον πόνο τους. εν θέλεις ψυχαναλυτές, κάμουν σε όμοιο τους.
θέλεις μια ζεστή αγκαλιά, μα συνεχίζεις να προτιμάς τες μεθόδους τους, να ρουφάς τες σκόνες τους. "ούλλοι με μαύρα τα μυαλά, μα κατά τα άλλα ούλλα καλά" λαλώ μου, εν να πάρουν ούλλα τα δρόμο τους.
τζαι είπα να γράψω ενα κομμάτι, μπας τζαι νοιώσω κάτι, αλλά η καρκιά μου εν μες σε νάρκωση, τζαι, είπα να τα δω που την άκρη να βρω μονοπάτι, αλλά βαστούν με πίσω οι άλυσοι, τζαι είπα σου σίησμου ούλλην την πλάτη, κόψε τζαι κομμάτι, εν να το χώσει η μάυρη εμφάνιση, δε, εν να εμφανίσω κάποια μέρα το φιλμ μας τζαι εν να το δεις, μα η ταινία μας θέλω να μείνει αμοντάριστη.
Πολλά δυνατόν 👊👊
4. ασφυξία
όπου τζαι αν βρεθώ κινούμαι με τάσεις φυγής, βρίσκω την ρουτίνα μου ελλειπής, ζούμε με ένα όνειρο του "Kıbrıs'ta barış engellenemez!" μα τα εμπόδια εν εμφανής τζαι εν να τα δείς, πρόσεχε να μεν χαθείς μες το διάβα, παίζουν εμβατήρια μες την στράτα, σαν θωρώ σαν anime σκηνικό την λευkoşa μες σε λάβα, νοιώθω σαν ναυαγός, μες σε τούντο ερημονήσι. πόσο να παριστάνουμε πως πάν ούλλα καλά; ε; θέλει κάποιος να το μιλήσει; μα εν μιλά κανείς. ησυχία. καρτερούμε να φκει η ετυμηγορία πόξω που το δικαστήριο. η δικαιοσύνη σας ντελίριο, τζαι η ύπαρξη στον κόσμο σας μαρτύριο, ο καπιταλισμός εν το μικρόβιο. οι αγκαλίες, η αλληλεγγύη τζαι οι ανάσες μας το ελιξήριο. έσιεις για το μάτι λίο κολλύριο; για το κλάμα τζαι την μαστούρα; αφού γυρίζουν οι ενόχες μες της κελλάες των δικών μας σαν την σβούρα, βούρα - βούρα, μα που πάεις; σύναε - σύναε, να μετράεις. ώσπου να κάμεις κάσια εν να πάεννεις με τα τάσια, δοκίμαστο να καταλάεις.
εν το καταλάβουν οι γυρώ μου, πνίουμε, στην νήσο της σκόνης τζαι της πυράς καταλύουμε, μέσα μέσα αναπνέουμε, μα στο μέσα μου διαλύουμε, τί να κάτσω να αναλύουμε;
ο καθένας με τες φρίκες του, τες ήττες του μετρά. μάταια η επικοινωνία, έχω μιαν τρύπα στην καρκιά, ένα κόμπο στον λαιμό τζαι στα πνευμόνια μια ασφυξία.
1.λουλούδκια
είμαστε εμείς στο περιθώριο, καρτέρι στο δωμάτιο αναμονής, για να φίουμε σε μιαν άλλη ακρη της γης, φτάννω το όριο, της υπομονής, ψυθιρίζοντας ένα μινόρε μες το σανατόριο.
έχω ένα πρόβλημα πελώριο στην κελλέ, εν το γιανίσκουσιν οι νύχτες που σβήννω στον καναπέ, άιστα πολλά λόγια πελλέ, τί να σου λέω τί να μου λε- έχω μια λόξα, εθέλαν με να βάψω μπλε τα ουράνια τόξα που είχα στη κκελέ, έβαψα τα μάυρα.
γυρίζοντας την πόλη του καύσωνα σαν την σαύρα, δαμέ ανασαίνουμε με την μηρωδκία του can, πίασε πογιά, κόψε τα xanax, δούλεψε την ζωή σου τζαι στον τάφο να ονειρεύκεσαι το εφαπαξ. απαξ'τζαι φκω που τα σκατά εν να δώ κόμα ποιοι εν να στέκουσιν δίπλα τζαι ποίοι μπροστά μας. στάσσουν ιδρώτα, άγχος, στρές, τα μεροκάματα μας, βάλλω στα verse όσα κομμάθκια έκοψα που τα ονειρά μας, αφού εν το θωρώ να τζιλά για την γενιά μας καλά, τρώμε άγχος - πίνουμε αγχολυτικά.
τζαι αν ζούμε σε σπίθκια πληρώνουμε ενοίκια ακριβά, τζαι τα σαλονιά μας νεκρά. ονειρευτήκαμε κατάρτια με μαύρα πανιά, μια φωθκιά, ένα καφέ κυπριακό, μιαν πενιά, όσο ονειρεύκουντε σαμπάνιες - χλίδες, πόξω που την πόρτα καταιγίδες, δε τους εν φακκούν πενιά.
οι ζωές μας αδιάφορες, στάσσει το μελάνι τζαι βάφει τες μαύρες, οι μέρες μας άχαρες αναλωνόμαστε σε λούπες φαύλες.
τί να μας κλάσει λίος χαβαλές; πέμου τα λουλούδκια που τα'δες;
εγύρεψα ποιος κάμνει τους μπελάδες, τζαι ήβρα μόνο κράτη τζαι παπάδες, να μοιράζουν θάνατο σε high res.
ΓΙΑ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΙ ΕΦΚΑΛΕΝ ΤΟ ΠΛΑΣΜΑ!!!
3.κλίνες
εν έχω θέρμανση στο υπόγειο, βράζουν το τα πνευμόνια μου, τζαι αν δεν τα έφτυννα εν να τα άκουαν τα σεντόνια μου. σαν τα σύρματα που ακκάνει ο ποντικός μες τον υπόνομο, ακκάνω τα μπιθκια τζαι τρώω τα χρόνια μου.
στάση στο δρόμο μου, θέλω ένα φρεντο σκέττο, τζαι λίο καπνό για να σου εξηγήσω το μανιφέστο, όι εν το ζούμε ρέτρο, μα σαν παλιός πρακτισάρω το μέτρο, τζαι στήνω την φάση σαν να'ταν lego. φωνάζω τους "let's go" μα εν στάσιμοι, σαν την ουρά στα tesco, σπιτικό το υλικό μου σαν να'ταν γιασεμί, κομμένο που τον κήπο μου ναν φρέσκο, στ'αρτσίθκια μου αν σ΄αρέσκω, αν δεν σε έχω σε εκτίμηση, comprendo; μεν μου μιλάς για dough, φέρνω dead flows, μετά που μισή γύρα μες το κέντρο. είσαστε ανασφαλείς για το masculinity σας; αρκέψετε να φακκάτε πρέζα τέστο, να καθαρίσει ο τόπος στο λεπτό, που την τοξικότητα σας, όπως καθαρίζουμε τους τείχους που τες σβάστικες την νύχτα μες την γειτονιά σας. είσαστε παλιές κελλάες, πιό παλίες τζαι που το ταψί που ψήνει το ψητό η γιαγιά σας, εβαρέθηκα σας. κάποιος πρέπει να σφάξει την γενιά σας τζαι τα αφκά σας, ίντα κλωσσάτε τα; καλύτερα κλωτσάτε τα, εμείς θέλουμε να κρούσει ό,τι θυμίζει κάτι που τα καμώματα σας.
που εν να καταλήξουμε; λογικά μέσα σε κλίνες, κλειδωμένοι να σιωπήσουμε. ποτισμένοι αμεφταμίνες για να σβήσουμε. θέλουν μας να γονατίζουμε, εν μας υπολογίζουνε, ξιάνουσιν πως είμαστε φωθκιά τζαι φόκο βάλλουμε ό,τι τζίσουμε. θέλουν μας να κάτσουμε έσσο μας να λύσουμε, μα εν ούλλα δικά μας πόξω, τώρα μεν τους τα χαρίσουμε.
είμαστε μάστροι στο να βρίσκουμε τα προβλήματα, έμεινε το να τα λύσουμε, λυσσιούμε για απαντήσεις μα εν τες βρίσκουμε, στενά τα μονοπάθκια του μυαλού σου, μα το ατού μου εν το να βρίσκω τρόπους μέσα τους να ελίσσουμε. μα όσο έχουμε τζαι οι δκυό μας ανάγκη, το να πίνουμε που κάτι για να δουλέψει το κρεβάτι, ενιμπορώ να σε πείσω πως φαντάζει φωτεινό το μονοπάτι, τζαι ας έκρουσα ό,τι μας κρατούσε πίσω, έβαλα μες σε ένα βάζο ούλλη την στάχτη, τζαι ροφούμε την για πρόγευμα, μεσημεριανό τζαι βραδινό, μινίσκει το άχτι, που έχω να κρούσουμε το παλάτι. πέ με ονειροπόλο, τζαι βάλε πάνω στις πληγές μου αλάτι, σώννω το. τα αλάνια σκαν με πλάνα για το βαψίδι, τζαι τον νου πάνω γατζώνουν τον. είδα τον φόβο πας τον τείχο, μουτζουρώνω τον, μεν μου μιλάς για louis vuitton, έμπα στο αυτοκίνητο τζαι δώκε το πας τον τείχο, total loss - έπρεπε να φκω που την γέννα, να μεν γίνει ο ομφάλιος λώρος μου ομφαλός, εν είμαι ο πιο καλός ούτε ο καλύτερος, μα αμα τα φτύνω μέσα στο διαμέρισμα σεισμός. σεισμικές δονήσεις 10 ρίχτες, προκαλούμε ρήγματα, με roll-up συνθήματα τες νύχτες, οι μπάτσοι στην κύπρο εν babysitters, οι πολιτικοί τζαι οι υπόλοιπες γραβάτες grifters. κάμερες παντού τάχα να μεν βουρούν οι drifters, οι φίλοι μου εν οι πιο κακοί πολίτες. φκαίνουν θετικοί στα ναρκοτέστ, μα ανέκαθεν, τες πιο σοβαρές αντιστάσεις εκάμαν τες βαρυποινίτες, με απεργίες πείνας μπας τζαι ασχοληθείτε, το γιαίμα εν πας τα σιέρκα όσων συνανείτε, αν δεν βρούμε διαφυγή - αυτοκεντριζούμαστε - γινούμαστε σκορπιοί, την ζημιά του δηλητήριου σας να δείτε.
που εν να καταλήξουμε; λογικά μέσα σε κλίνες, κλειδωμένοι να σιωπήσουμε. ποτισμένοι αμεφταμίνες για να σβήσουμε. θέλουν μας να γονατίζουμε, εν μας υπολογίζουνε, ξιάνουσιν πως είμαστε φωθκιά τζαι φόκο βάλλουμε ό,τι τζίσουμε. θέλουν μας να κάτσουμε έσσο μας να λύσουμε, μα εν ούλλα δικά μας πόξω, τώρα μεν τους τα χαρίσουμε.
!!!
AKRIVOS DAME ISE