Δεῦτε ἐκκαθάρωμεν: ἰδιόμελον Κυρ. Α΄ Νηστειῶν, ἦχος πλ. δ΄| Β.Χ.Ἱδρ. Μουσικῆς Ἀ. Ἀθ. - Κ. Ἀγγελίδης

Поділитися
Вставка
  • Опубліковано 3 гру 2024
  • Τὸν Βυζαντινὸ Χορὸ τοῦ Ἱδρύματος Μουσικῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν διευθύνει ὁ Πρωτοψάλτης καὶ Δάσκαλος τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, Κωνσταντῖνος Ἀγγελίδης.
    Ἡ βιντεοσκόπηση πραγματοποιήθηκε στὸν Ἱ. Ν. Ἁγίου Γεωργίου Ν. Ψυχικοῦ ἀπὸ τὸν Αλέξιο Νικολουτσόπουλο κα την PCMVideo.WebTV.gr (29.2.2024).
    Η ΜΕΛΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟΥ ΣΤΙΧΗΡΑΡΙΟΥ
    Ἀπὸ τὶς ἰδιόχειρες ἐξηγήσεις τοῦ Χουρμουζίου στὴν νέα μέθοδο παρασημαντικῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, οἱ κώδικες ΜΠΤ 707, 708, 709 καὶ 715 περιέχουν μέλη ἐπιγραφόμενα τοῦ Παλαιοῦ Στιχηραρίου. Ὁ τελευταῖος ἐκ τῶν ὡς ἄνω κωδίκων περιέχει Στιχηρὰ Τριῳδίου καὶ Πεντηκοσταρίου.
    Τὸ παλιὸ στιχηράριο ἀποτελεῖ κώδικα μὲ μελοποιήσεις στιχηρῶν ἰδιομέλων μηνολογίων, τριῳδίου καὶ πεντηκοσταρίου, ἀναστασίμων ὀκτωήχου, ἀνατολικῶν καὶ δογματικῶν Δαμασκηνοῦ, ἑωθινῶν καὶ σταυροθεοτοκίων Λέοντος τοῦ Σοφοῦ, ἑτέρων θεοτοκίων δογματικῶν, καὶ ἀναβαθμῶν. Ἡ ἀνώνυμη βυζαντινὴ παράδοσή του ἐκτείνεται ἀπὸ τὸν 11ο ἕως καὶ τὸν 17ο αἰ..
    Ἡ ἐκτενὴς αὐτὴ παράδοση τοῦ Στιχηραρίου (λεγόμενη «κοινὴ» κατὰ τὸν διδάκτορα Β. Σαλτερῆ) φαίνεται πὼς εἶναι μᾶλλον ἀρκετὰ συντηρητικὴ σὲ ἀλλαγές, μὲ τὶς φιγοῦρες μεγάλων ἐπωνύμων μελοποιὼν ἐνδιαμέσως, ὅπως τοῦ ὁσίου Ἰωάννου Κουκουζέλη τοῦ μαΐστορος καὶ τοῦ Μανουὴλ Χρυσάφη, νὰ μὴν ἐπηρεάζουν οὐσιαστικὰ ἀνὰ τοὺς αἰῶνες τὴν βασικὴ μελοποιητικὴ δομὴ τῶν στιχηρῶν.
    Ἀνανεωτικὴ τάση στὸ στιχηράριο κατὰ τὸν 17ο αἰ. δίδει ὁ Γεώργιος Οἰκονόμος ἐξ Ἀθηνῶν (γνωστὸς ὡς «Πράσινος»), ἀλλὰ ἀσυγκρίτως μὲ τῶν μεταγενεστέρων του Παναγιώτου τοῦ νέου Χρυσάφου καὶ Γερμανοῦ Ἀρχιεπισκόπου Νέων Πατρῶν. Ὁ Παναγιώτης ὡστόσο φαίνεται νὰ ἀκολουθεῖ τὰ χνάρια τοῦ Γεωργίου Ραιδεστηνοῦ Α΄ (προκατόχου του στὸ Πατριαρχικὸ ἀναλόγιο). Τὸν τελευταῖο ἡ σύγχρονη ἔρευνα φαίνεται νὰ τοποθετεῖ στὴν κορυφὴ τῆς ἀνανεωτικῆς τάσης ἐξ αἰτίας τῆς μελοποίησης στὸ νεώτερο (τοῦ κοινοπαραδοσιακοῦ) ὕφος μεγάλου τμήματος τοῦ ἀναστασιματαρίου πρὶν ἀπὸ τὸν νέο Χρυσάφη. Τὸ περιεχόμενο τοῦ στιχηραρίου κατὰ τὸν 18ο αἰ. συντέμνεται περαιτέρω μετὰ καλλωπισμοῦ ἀπὸ τὸν Ἰάκωβο, Πρωτοψάλτη τῆς Μ.τ.Χ.Ε., ἐνῶ ὁ λαμπαδάριος τῆς Μ.τ.Χ.Ε., Πέτρος, παρουσιάζει τὰ ὑμνολογήματα τοῦ στιχηραρίου καινοτρόπως πιὰ χωρὶς προηγούμενη γραπτὴ παράδοση, κατὰ τὸν νέο σύντομο στιχηραρικὸ τρόπο.
    Τὸ παλαιὸ στιχηράριο, ἐδὼ στὴν ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου, διασώζει μελωδίες αἰώνων, ἰκανὲς κατὰ τὴν ἐκφορὰ νὰ μυσταγωγοῦν σὲ μιὰν ἔνθεη στάση. Μὲ τέτοια ἔντεχνα καλλοφωνικὰ ἰδιόμελα τροπάρια μετουσιώνεται ὁ χρόνος τῶν ἀκολουθιῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τῶν λεγομένων «κατανυκτικῶν» ἑσπερινῶν (διότι σὲ αὐτοὺς ψάλλονται εἰδικὰ τροπάρια «κατανυκτικὰ» ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Τριῳδίου).
    ΤA ΕIΣ ΤOΝ ΣΤΙΧΟΝ IΔΙOΜΕΛΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΩΝ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
    Πρὸς ὁλοκλήρωση τῆς συνήθους στὰ μουσικὰ βιβλία μελισματικῆς σειρᾶς τῶν κατανυκτικῶν ἰδιομέλων ἑσπερίου ἀποστίχου, προστίθεται στὴν παροῦσα ἑρμηνευτικὴ κατάθεση τοῦ Βυζαντινοῦ Χοροῦ τοῦ Ἱδρύματος Μουσικῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν συμπληρωματικῶς στὰ συνήθη ἑπτὰ ἰδιόμελα (τῆς Τυροφάγου καὶ τῶν πέντε συναπτῶν Κυριακῶν νηστειῶν - τῆς Δ΄ Κυριακῆς ἐχούσης διπλὸ ἰδιόμελο), καὶ τὸ ἰδιόμελο ἀποστίχων τῆς ἑσπέρας Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω (ἀκολουθίας ποὺ κατὰ τὰ ἄλλα ὑπολείπεται τροπαρίων κατανυκτικῶν, μεγάλου προκειμένου καὶ τῶν ἰδιαιτέρων ἀπολυτικίων). Ὠστόσο, καίτοι μὴ τυπικῶς κατανυκτικοῦ, ἀπὸ τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Ἀπόκρεω ἐκκινεῖ ἡ σειρὰ ἰδιομέλων, ποὺ καταλήγει τὸ ἑσπέρας τῆς Ε΄ Κυριακῆς νηστειῶν. Συγκεκριμένως διαβάζουμε στὸ βιβλίο τοῦ Τριωδίου, πὼς «εἰς δὲ τὸν στίχον καταλιμπάνεται ἡ ὀκτωηχος καὶ ψάλλομεν τὸ ἰδιόμελον τῆς ἡμέρας δίς». Μετὰ δὲ τὸ δοξαστικὸν ἰδιόμελο τῆς ἀποστίχου σημειώνεται «δεῖ γινώσκειν, ὅτι οὕτω ποιοῦμεν ἀπὸ τῆς Κυριακῆς ταύτης ἑσπέρας εἰς τὸ λυχνικὸν ἕως τῆς τοῦ ἁγίου Λαζάρου».
    Οἱ ἐν λόγῳ ὕμνοι (διδακτικοὶ καὶ πνευματικῶς ἐμψυχωτικοὶ σὲ περιεχόμενο) ἔχουν μελιστεῖ μὲ μελωδίες ἰδιαίτερες, μὴ προσόμοιες ἄλλων (ἀποτελοῦν τροπάρια ἰδιόμελα). Ψάλλονται στὰ «Ἀπόστιχα» τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω καὶ τῶν ἀκολουθούντων κατὰ τὶς ἐπόμενες ἕξι Κυριακὲς «κατανυκτικῶν» Ἑσπερινῶν. Ὁ ὑμνογράφος τους ἄδηλος, πλὴν ὑπομνήματος γιὰ τὸν ποιητή τοῦ β΄ ἰδιομέλου τῆς Δ΄ Κυριακῆς («Ποίημα Στεφάνου»). Βάσει τοῦ περιεχόμενου τους, μποροῦμε νὰ τὰ θεωρήσουμε ἔργα ποικίλων ποιητῶν καὶ ἐποχῶν. Τὸ κείμενο τῶν περισσοτέρων τους βασίζεται σὲ παλαιότερα θέματα εὐαγγελικῶν περικοπῶν τῶν Κυριακῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
    Τὰ ὑπὸ ἐξέτασιν ἰδιόμελα τῆς ἀποστίχου διακρίνονται γιὰ τὴν ἁπλότητά τους, τὴν ὁποῖα ἐξασφαλίζει καὶ ἡ σαφὴς ἐπαναληψιμότητα στὴν δομή τους, προφανέστερη τῶν μεταγενεστέρων καλλοφωνικῶν ἐπεξεργασιῶν τους στὰ ἐπώνυμα στιχηράρια. Οἱ τονισμοὶ τῶν ἰδιομέλων ἑρμηνεύονται χορωδιακῶς, κατὰ τὸ ἐκκλησιαστικῶς δέον, ἀπὸ τὸν Βυζαντινὸ Χορὸ τοῦ Ἱδρύματος Μουσικῆς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, μὲ χοράρχη τὸν Πρωτοψάλτη καὶ Δάσκαλο τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, Κωνσταντῖνο Ἀγγελίδη, συνοδίᾳ ἁπλοῦ καὶ οἰκονομημένου ἰσοκρατήματος, ἐνδεικτικοῦ τοῦ ἑκάστοτε κλαδικοῦ ἤχου καὶ οἱουδήποτε ἐνδιαμέσως τυχὸν ἀναδεικνυομένου ἤχου πέραν τοῦ ἀρχικῶς ἐπιγραφομένου.
    Γεώργιος Β. Σάββας
    Πρωτοψάλτης / Διδάκτωρ Μουσικολογίας Πανεπιστημίου Λονδίνου

КОМЕНТАРІ •