Ο Σπύρος Μήλιος (Μιχαήλ) ήταν στρατιωτικός και ανήκε στους ετερόχθονες που αναδείχτηκαν μέσα από την Eπανάσταση. Γεννήθηκε το 1800 στη Χειμάρα της Αλβανίας∙ καταγόταν από τη στρατιωτική οικογένεια των «Σπυράδων», μέλη της οποίας είχαν σταδιοδρομήσει στον στρατό του Βασιλείου της Νάπολης, αναλαμβάνοντας μάλιστα διοικητικές θέσεις στο μισθοφορικό σώμα «Brigata Macedone» ή «Brigata Albanese». Φάρα στρατιωτικών ήταν και η οικογένεια της μητέρας του Μαρίας το γένος Ανδρέα Βάρφη. Το 1810, ο παππούς του Σπυρομήλιου, Ιωάννης Σπύρος είχε αναλάβει τη διοίκηση αλβανικού σώματος με τον βαθμό του συνταγματάρχη και κάλεσε τον εγγόνο του για να αναλάβει την ανατροφή του. Στο σχολείο της παροικίας στη Νάπολη διδάχτηκε την ελληνική γλώσσα καθώς και την ιταλική, τη γαλλική και τη λατινική και στρατιωτικές τεχνικές. Το 1818 με 1819 επέστρεψε στη Χειμάρα, όπου το πεδινό μέρος της είχε κατακτηθεί από τον Αλή Πασά Τεπελένλη. Ο Σπυρομήλιος κρατήθηκε ως όμηρος του Αλή Πασά στα Ιωάννινα μέχρι το 1821, ως εγγύηση για τη νομιμοφροσύνη των «Σπυράδων» στον Αλβανό τοπάρχη. Επέστεψε στη Χειμάρα μετά την πτώση του Αλή Πασά αν και ο ίδιος επιθυμούσε να μεταβεί στις ελληνικές επαρχίες που είχαν επαναστατήσει. Τελικά, το 1824 αποφάσισε να συμμετάσχει στην Ελληνική Επανάσταση, εγκατέλειψε τη γενέτειρά του και μαζί με το σώμα του, το οποίο συντηρούσε με δικά του έξοδα εντάχθηκε στην υπηρεσία της Προσωρινής Διοίκησης της Δυτικής Ελλάδας όπου κυριαρχούσε ο Αλ. Μαυροκορδάτος. Εντάχθηκε με το σώμα του (70 περίπου ένοπλοι ανάμεσά τους και τα αδέλφια του) στο στρατόπεδο του Λιγοβίτζιου και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις κατά του Ομέρ Βρυώνη. Μετά πήγε στο Ναύπλιο όπου η κυβέρνηση του απένειμε τον βαθμό του αντιστράτηγου (11 Μαρτίου 1825). Αρχές Απριλίου επέστρεψε στη Δυτική Ελλάδα και ανέλαβε φρούραρχος των νησίδων Πόρου και Ντολμά και στη συνέχεια διατάχθηκε να εισέλθει στο Μεσολόγγι για να ενισχύσει τη φρουρά. Ήταν επικεφαλής 250 ανδρών του προμαχώνα «Μιαούλης», ενώ τον Οκτώβριο του απονεμήθηκε ο βαθμός του στρατηγού. Παρέμεινε στο Μεσολόγγι και πολέμησε μέχρι τον Ιανουάριο, όταν πήγε ως μέλος της αντιπροσωπείας των πολιορκημένων στο Ναύπλιο με σκοπό να πειστεί η κυβέρνηση να στείλει ενισχύσεις. Τον Μάρτιο επέστρεψε στο Μεσολόγγι με μοίρα υδραίικου στόλου που όμως δεν μπόρεσε να σπάσει τον τουρκοαιγυπτιακό αποκλεισμό. Με εντολή του Ανδρέα Μιαούλη, ο Σπυρομήλιος πήγε στη Ζάκυνθο για να ζητήσει αγγλική διαμεσολάβηση, όμως καθώς επέστρεφε στο Μεσολόγγι, η πόλη είχε ήδη κυριευτεί από τον Ιμπραήμ Πασά. Κατά την Έξοδο (10 Απριλίου 1826) σκοτώθηκε ο αδελφός του Νικόλαος ενώ χάθηκαν οι σχεδόν όλοι οι άνδρες του. Το επόμενο διάστημα μαζί με άλλους συγκρότησε το «Σώμα Ηπειρωτών» συνολικής δύναμης 750 ανδρών από τους οποίους οι 250 ήταν υπό τη διοίκησή του. Το σώμα εντάχθηκε στο Α΄ σώμα στρατού της Στερεάς με αρχιστράτηγο τον Γ. Καραϊσκάκη και πολέμησε στις επιχειρήσεις της Ανατολικής Στερεάς και της Αττικής (Νοέμβριος 1826- Ιούλιος 1827). Ο Σπυρομήλιος έλαβε μέρος στην Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας ως πληρεξούσιος των «αρμάτων». Με την άφιξη του Καποδίστρια εντάχθηκε στο νέο Διοργανισμό των Χιλίαρχων με το βαθμό του α΄ πεντακοσίαρχου της Β’ Χιλιαρχίας (Μάρτιος 1828). Πήρε μέρος στην ανακατάληψη της Στερεάς ως αρχηγός της προσωπικής φρουράς του Δημ. Υψηλάντη και πήρε το βαθμό του χιλίαρχου. Συμμετείχε στη μάχη της Πέτρας (12 Σεπτεμβρίου 1829), την τελευταία της επανάστασης. Μετά τη διάλυση των χιλιαρχιών εντάχθηκε στο Ταξιαρχικό Σώμα διατηρώντας τον βαθμό του χιλίαρχου και διορίστηκε μέλος του Στρατιωτικού Δικαστηρίου Στερεάς (Ιανουάριος 1830). Κατά την οθωνική περίοδο αντιμετωπίστηκε με καχυποψία λόγω του καποδιστριακού παρελθόντος του και δέχτηκε διώξεις. Φυλακίστηκε 9 μήνες στην Ακροναυπλία (Σεπτέμβριος 1833-Ιούλιος 1834). Όμως παρέμεινε στο στράτευμα και έφρασε στο βαθμό του αντιστράτηγου (1868). Διατέλεσε διοικητής της Σχολής Ευελπίδων (1840-1844), διοικητής χωροφυλακής (1843) και βασιλικός υπασπιστής (1849). Πολιτικά ανήκε στο Ρωσικό Κόμμα και συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. Το 1850 ανέλαβε το Υπουργείο Στρατιωτικών και υποστήριξε τα αλυτρωτικά κινήματα που εκδηλώθηκαν την περίοδο του Κριμαϊκού. Πολέμου. Η Κυβέρνηση του Αλ. Μαυροκορδάτου του αφαίρεσε τα αξιώματα και τον φυλάκισε με την κατηγορία υπεξαίρεσης χρημάτων των πατριωτικών εράνων. Επανήλθε στην πολιτική και χρημάτισε άλλες τέσσερις φορές υπουργός σε επόμενες κυβερνήσεις. Το 1865 έγινε Σύμβουλος της Επικρατείας και το 1872 εκλέχτηκε Πρόεδρος της Βουλής. Αποσύρθηκε από την πολιτική το 1876 και πέθανε τέσσερα χρόνια μετά. Ο Σπυρομήλιος συνέγραψε απομνημονεύματα για τη Δεύτερη Πολιορκία του Μεσολογγίου, που δημοσιεύτηκαν το 1926 από τον Γιάννη Βλαχογιάννη και αποτελούν σημαντική ιστορική πηγή για τα δραματικά γεγονότα εκείνης της εποχής.
Συγχαρητήρια από Πολύγυρο Ιωαννίνων
Δώσε Χρήστο Ποτση με τα ωραία τραγούδια σου να ζήσει βόριο ήπειρο με τα καλύτερα της ❤❤❤
pios eine o spiro milios
Ο Σπύρος Μήλιος (Μιχαήλ) ήταν στρατιωτικός και ανήκε στους ετερόχθονες που αναδείχτηκαν μέσα από την Eπανάσταση. Γεννήθηκε το 1800 στη Χειμάρα της Αλβανίας∙ καταγόταν από τη στρατιωτική οικογένεια των «Σπυράδων», μέλη της οποίας είχαν σταδιοδρομήσει στον στρατό του Βασιλείου της Νάπολης, αναλαμβάνοντας μάλιστα διοικητικές θέσεις στο μισθοφορικό σώμα «Brigata Macedone» ή «Brigata Albanese». Φάρα στρατιωτικών ήταν και η οικογένεια της μητέρας του Μαρίας το γένος Ανδρέα Βάρφη. Το 1810, ο παππούς του Σπυρομήλιου, Ιωάννης Σπύρος είχε αναλάβει τη διοίκηση αλβανικού σώματος με τον βαθμό του συνταγματάρχη και κάλεσε τον εγγόνο του για να αναλάβει την ανατροφή του. Στο σχολείο της παροικίας στη Νάπολη διδάχτηκε την ελληνική γλώσσα καθώς και την ιταλική, τη γαλλική και τη λατινική και στρατιωτικές τεχνικές. Το 1818 με 1819 επέστρεψε στη Χειμάρα, όπου το πεδινό μέρος της είχε κατακτηθεί από τον Αλή Πασά Τεπελένλη. Ο Σπυρομήλιος κρατήθηκε ως όμηρος του Αλή Πασά στα Ιωάννινα μέχρι το 1821, ως εγγύηση για τη νομιμοφροσύνη των «Σπυράδων» στον Αλβανό τοπάρχη. Επέστεψε στη Χειμάρα μετά την πτώση του Αλή Πασά αν και ο ίδιος επιθυμούσε να μεταβεί στις ελληνικές επαρχίες που είχαν επαναστατήσει. Τελικά, το 1824 αποφάσισε να συμμετάσχει στην Ελληνική Επανάσταση, εγκατέλειψε τη γενέτειρά του και μαζί με το σώμα του, το οποίο συντηρούσε με δικά του έξοδα εντάχθηκε στην υπηρεσία της Προσωρινής Διοίκησης της Δυτικής Ελλάδας όπου κυριαρχούσε ο Αλ. Μαυροκορδάτος. Εντάχθηκε με το σώμα του (70 περίπου ένοπλοι ανάμεσά τους και τα αδέλφια του) στο στρατόπεδο του Λιγοβίτζιου και έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις κατά του Ομέρ Βρυώνη. Μετά πήγε στο Ναύπλιο όπου η κυβέρνηση του απένειμε τον βαθμό του αντιστράτηγου (11 Μαρτίου 1825). Αρχές Απριλίου επέστρεψε στη Δυτική Ελλάδα και ανέλαβε φρούραρχος των νησίδων Πόρου και Ντολμά και στη συνέχεια διατάχθηκε να εισέλθει στο Μεσολόγγι για να ενισχύσει τη φρουρά. Ήταν επικεφαλής 250 ανδρών του προμαχώνα «Μιαούλης», ενώ τον Οκτώβριο του απονεμήθηκε ο βαθμός του στρατηγού. Παρέμεινε στο Μεσολόγγι και πολέμησε μέχρι τον Ιανουάριο, όταν πήγε ως μέλος της αντιπροσωπείας των πολιορκημένων στο Ναύπλιο με σκοπό να πειστεί η κυβέρνηση να στείλει ενισχύσεις. Τον Μάρτιο επέστρεψε στο Μεσολόγγι με μοίρα υδραίικου στόλου που όμως δεν μπόρεσε να σπάσει τον τουρκοαιγυπτιακό αποκλεισμό. Με εντολή του Ανδρέα Μιαούλη, ο Σπυρομήλιος πήγε στη Ζάκυνθο για να ζητήσει αγγλική διαμεσολάβηση, όμως καθώς επέστρεφε στο Μεσολόγγι, η πόλη είχε ήδη κυριευτεί από τον Ιμπραήμ Πασά. Κατά την Έξοδο (10 Απριλίου 1826) σκοτώθηκε ο αδελφός του Νικόλαος ενώ χάθηκαν οι σχεδόν όλοι οι άνδρες του. Το επόμενο διάστημα μαζί με άλλους συγκρότησε το «Σώμα Ηπειρωτών» συνολικής δύναμης 750 ανδρών από τους οποίους οι 250 ήταν υπό τη διοίκησή του. Το σώμα εντάχθηκε στο Α΄ σώμα στρατού της Στερεάς με αρχιστράτηγο τον Γ. Καραϊσκάκη και πολέμησε στις επιχειρήσεις της Ανατολικής Στερεάς και της Αττικής (Νοέμβριος 1826- Ιούλιος 1827).
Ο Σπυρομήλιος έλαβε μέρος στην Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας ως πληρεξούσιος των «αρμάτων». Με την άφιξη του Καποδίστρια εντάχθηκε στο νέο Διοργανισμό των Χιλίαρχων με το βαθμό του α΄ πεντακοσίαρχου της Β’ Χιλιαρχίας (Μάρτιος 1828). Πήρε μέρος στην ανακατάληψη της Στερεάς ως αρχηγός της προσωπικής φρουράς του Δημ. Υψηλάντη και πήρε το βαθμό του χιλίαρχου. Συμμετείχε στη μάχη της Πέτρας (12 Σεπτεμβρίου 1829), την τελευταία της επανάστασης. Μετά τη διάλυση των χιλιαρχιών εντάχθηκε στο Ταξιαρχικό Σώμα διατηρώντας τον βαθμό του χιλίαρχου και διορίστηκε μέλος του Στρατιωτικού Δικαστηρίου Στερεάς (Ιανουάριος 1830). Κατά την οθωνική περίοδο αντιμετωπίστηκε με καχυποψία λόγω του καποδιστριακού παρελθόντος του και δέχτηκε διώξεις. Φυλακίστηκε 9 μήνες στην Ακροναυπλία (Σεπτέμβριος 1833-Ιούλιος 1834). Όμως παρέμεινε στο στράτευμα και έφρασε στο βαθμό του αντιστράτηγου (1868). Διατέλεσε διοικητής της Σχολής Ευελπίδων (1840-1844), διοικητής χωροφυλακής (1843) και βασιλικός υπασπιστής (1849). Πολιτικά ανήκε στο Ρωσικό Κόμμα και συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. Το 1850 ανέλαβε το Υπουργείο Στρατιωτικών και υποστήριξε τα αλυτρωτικά κινήματα που εκδηλώθηκαν την περίοδο του Κριμαϊκού. Πολέμου. Η Κυβέρνηση του Αλ. Μαυροκορδάτου του αφαίρεσε τα αξιώματα και τον φυλάκισε με την κατηγορία υπεξαίρεσης χρημάτων των πατριωτικών εράνων. Επανήλθε στην πολιτική και χρημάτισε άλλες τέσσερις φορές υπουργός σε επόμενες κυβερνήσεις. Το 1865 έγινε Σύμβουλος της Επικρατείας και το 1872 εκλέχτηκε Πρόεδρος της Βουλής. Αποσύρθηκε από την πολιτική το 1876 και πέθανε τέσσερα χρόνια μετά. Ο Σπυρομήλιος συνέγραψε απομνημονεύματα για τη Δεύτερη Πολιορκία του Μεσολογγίου, που δημοσιεύτηκαν το 1926 από τον Γιάννη Βλαχογιάννη και αποτελούν σημαντική ιστορική πηγή για τα δραματικά γεγονότα εκείνης της εποχής.
Vakulo malaka
Mnpabo