κι ήσουν σαν πρίγκιπας εκεί. Ώσπου ένα χέρι μια ροδαυγή δεν άκουσε τη βουβή σου κραυγή σ’ έκαψε πριν ο ήλιος να βγει κι ήσουν σαν πρίγκιπας εκεί. Κουβέντα πιάνω κάτω απ’ τον ίσκιο το στραβό του από παλιά είχε το χώμα αδελφό του ήταν εκεί να του φυλάει τα σπαρμένα φύτρωσε γύρω μια πόλη τι παράξενη γέννα! Μπογιατισμένα παλάτια με σιδερένιο στεφάνι και συ σκιάχτρο στη μέση, βαλσαμωμένο καπλάνι να περιμένεις τη νύχτα το φεγγάρι να `ρθει να σε κρύψει στο μαύρο μα το φεγγάρι αργεί. Είχες παρέα μια βροχή καλοκαιριάτικη, ταμένο μόνο στη γη κι ήμουν για ώρα εκεί να μου λιγώνεις τη καρδιά με τη βουβή σου μιλιά, στην ανοιχτή σου αγκαλιά είχαν κουρνιάσει πουλιά. Δεν ήσουν φόβητρο, μα στους ανθρώπους ζημιά, στο γόητρο τους χαλάστρα, αδέξια πινελιά στο φόντο ώσπου ένα χέρι μια αυγή σ’ έκανε αστέρι, δε σ’ άκουσε κανείς και κανείς δε το ξέρει στη μοναξιά ήσουν ταίρι με μια αχυρένια καρδιά, ρούχα από δεύτερο χέρι, κακοντυμένη ομορφιά Με μια φωτιά τιμωρήσαν τη πιο μικρή απειλή χαθήκαν κι άλλοι έτσι, ώρα σου καλή.
Γεια σου Μιχάλη! Άλλος ενας ύμνος βγαλμένος από τη ψυχη σου!
🖤🖤🖤
Θα ανέβει και το βιντεοκλίπ με διόρθωση εικόνας;
κι ήσουν σαν πρίγκιπας εκεί.
Ώσπου ένα χέρι μια ροδαυγή
δεν άκουσε τη βουβή σου κραυγή
σ’ έκαψε πριν ο ήλιος να βγει
κι ήσουν σαν πρίγκιπας εκεί.
Κουβέντα πιάνω κάτω απ’ τον ίσκιο το στραβό του
από παλιά είχε το χώμα αδελφό του
ήταν εκεί να του φυλάει τα σπαρμένα
φύτρωσε γύρω μια πόλη τι παράξενη γέννα!
Μπογιατισμένα παλάτια με σιδερένιο στεφάνι
και συ σκιάχτρο στη μέση, βαλσαμωμένο καπλάνι
να περιμένεις τη νύχτα το φεγγάρι να `ρθει
να σε κρύψει στο μαύρο μα το φεγγάρι αργεί.
Είχες παρέα μια βροχή καλοκαιριάτικη,
ταμένο μόνο στη γη κι ήμουν για ώρα εκεί
να μου λιγώνεις τη καρδιά με τη βουβή σου μιλιά,
στην ανοιχτή σου αγκαλιά είχαν κουρνιάσει πουλιά.
Δεν ήσουν φόβητρο, μα στους ανθρώπους ζημιά,
στο γόητρο τους χαλάστρα, αδέξια πινελιά
στο φόντο
ώσπου ένα χέρι μια αυγή σ’ έκανε αστέρι,
δε σ’ άκουσε κανείς και κανείς δε το ξέρει
στη μοναξιά ήσουν ταίρι με μια αχυρένια καρδιά,
ρούχα από δεύτερο χέρι, κακοντυμένη ομορφιά
Με μια φωτιά τιμωρήσαν τη πιο μικρή απειλή
χαθήκαν κι άλλοι έτσι, ώρα σου καλή.